Στο draft του 1999, οι πρωταθλητές San Antonio Spurs προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να ανταλλάξουν την 57η επιλογή τους, οι προσφορές που λάμβαναν όμως δεν ήταν ικανοποιητικές. Ο GM RC Buford αποφάσισε να πάρει το μικρότερο και οικονομικά πιο ανώδυνο ρίσκο, επιλέγοντας έναν Αργεντίνο πιτσιρικά που του είχε κινήσει την περιέργεια με το εκρηκτικό και οριακά άναρχο στυλ παιχνιδιού του, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα νέων του 1997. Τρία χρόνια μετά, έχοντας στο παλμαρέ του μια άνοδο στην 1η κατηγορία με τη Reggio Calabria, δύο πρωταθλήματα Ιταλίας και μια Ευρωλίγκα με την Kinder Bologna και ένα ασημένιο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στην Indianapolis το 2002, ο Emanuel “Manu” Ginobili πέρασε το κατώφλι του μαγικού κόσμου του NBA.
Οι Spurs, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της προσωπικότητας του προπονητή τους, λειτουργούσαν με γνώμονα την πειθαρχία, τους διακριτούς ρόλους και την έλλειψη «Εγώ». Ο νόμος του, πρώην στρατιωτικού, Gregg Popovic ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με το αυτοσχεδιαστικό πνεύμα του νεαρού από τη «μπασκετομάνα» Bahia Blanca και η σύγκρουση φιλοσοφιών ήρθε αναπόφευκτα. Ο Manu κέρδισε και αυτή τη μάχη, με τον ίδιο τρόπο που κέρδισε και το σεβασμό των συμπαικτών του στις πρώτες προπονήσεις με την ομάδα του San Antonio: όντας ακατάβλητος, παλεύοντας κάθε δευτερόλεπτο σα να είναι η τελευταία του ευκαιρία και προβάλλοντας την προσωπικότητά του, πάντα μέσα στα όρια του «Spurs Way».
Ο τίτλος του 2003 αποτέλεσε την αφετηρία μιας εκπληκτικής πενταετίας, στην οποία ο Ginobili κατέκτησε ένα χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο με την Αργεντινή το 2004 στην Αθήνα και ένα χάλκινο το 2008 στο Πεκίνο, δύο πρωταθλήματα NBA το 2005 και 2007, ενώ συμμετείχε και στο πρώτο του All Star Game. Στα playoff του 2005 μπήκαν και οι πρώτες βάσεις για την μετέπειτα μετατροπή του σε έκτο παίκτη της ομάδας, καθώς σε αυτό το ρόλο διεκδίκησε επάξια τον τίτλο του MVP των τελικών κόντρα στους Pistons.
Ως αναπληρωματικός, ο Manu απελευθέρωσε τον Tony Parker στο αρχικό σχήμα βοηθώντας τον να ανέβει επίπεδο, προσφέροντας ταυτόχρονα σκορ και υψηλού επιπέδου δημιουργία από τον πάγκο, κερδίζοντας το βραβείο του καλύτερου έκτου παίκτη το 2008. Παράλληλα προστάτεψε το κορμί του από τον ίδιο του τον εαυτό και τον φρενήρη τρόπο παιχνιδιού του, μειώνοντας τα λεπτά συμμετοχής του και επιμηκύνοντας την καριέρα του. Η πιο σημαντική συμβολή του στην ομάδα όμως ήταν πέρα από τις τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Αποδεχόμενος τον υποβιβασμό του σε «παγκίτη» ο Ginobili συνέβαλλε στην εδραίωση της ανιδιοτελούς φιλοσοφίας των Spurs στον ίδιο βαθμό με τη στωική παρουσία του Tim Duncan, καθώς από τη στιγμή που αυτός έβαζε τον εαυτό του τόσο εύκολα κάτω από την ομάδα δεν υπήρχε δικαιολογία για κάποιον να κάνει το αντίθετο.
Πέρα από την ανιδιοτέλεια, οι χαρακτηρισμοί που αποδίδονται ομόφωνα από συμπαίκτες, προπονητές και αντιπάλους στο πρόσωπό του Ginobili είναι δύο: παθολογικά ανταγωνιστικός και νικητής. Υπάρχουν πολλές ιστορίες με τον ίδιο να κλαίει απαρηγόρητος μετά από ήττες και τους συμπαίκτες του να προσπαθούν να τον πείσουν πως η ζωή συνεχίζεται, με αποκορύφωμα όλων τους χαμένους τελικούς του 2013 κόντρα στους Heat του LeBron James. Ο Manu ήταν τραγικός στη σειρά, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την ήττα σχεδόν προσωπικά ενώ τριγύρω του οι φωνές που προεξοφλούσαν την οριστική πτώση του όλο και πλήθαιναν. Οι Spurs πήραν τη ρεβάνς την ερχόμενη σεζόν διασύροντας τους Heat με το ολοκληρωτικό μπάσκετ τους, με το απόλυτο highlight των τελικών να είναι η εικόνα του 37χρονου Ginobili να ορμάει προς στο καλάθι καρφώνοντας τη μπάλα μπροστά στους Chris Bosh και Ray Allen και τον Tim Duncan να γελάει επιστρέφοντας στην άμυνα.
Λίγα χρόνια μετά απέναντι στους υπερηχητικούς Warriors, χωρίς τον Duncan πια και με τους Parker και Leonard τραυματίες ο Manu αρνήθηκε να παραδοθεί αμαχητί και οδήγησε τους Spurs στη μοναδική τους νίκη στους τελικούς της δυτικής περιφέρειας, αποσοβώντας το sweep για την ομάδα του. Μέχρι τον τελευταίο του αγώνα στα περυσινά playoff ο αργεντινός θυσίαζε το κορμί του βουτώντας στο παρκέ, παίρνοντας επιθετικά φάουλ κόντρα σε εφορμώντες αντιπάλους, οργανώνοντας παράλληλα με μαεστρία το παιχνίδι των Spurs με την εμπειρία και το ταλέντο του.
Μια θεμελιώδης αξία πολλών αρχαίων πολιτισμών ήταν πως η υστεροφημία είναι ο δρόμος προς την αθανασία και ο αθλητισμός δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Ο λεπτοκαμωμένος και εύθραυστος πιτσιρικάς από το Μπουένος Άιρες κατέκτησε τον κόσμο και άφησε το στίγμα του ανεξίτηλο στη ιστορία του μπάσκετ τόσο εντός όσο και εκτός γηπέδου. Όλες οι ομάδες που φόρεσε τη φανέλα τους είχαν τα χαρακτηριστικά παρέας, με τον ίδιο να είναι ο θεματοφύλακας του κλίματος και της ατμόσφαιράς τους, ενώ ο τρόπος που δούλευε και αγωνιζόταν σε συνδυασμό με τις επιτυχίες του θα τον φέρουν στο Hall of Fame του αθλήματος που αγάπησε, καθιερώνοντας τον ως έναν από τους καλύτερους μη αμερικανούς παίκτες που αγωνίστηκαν ποτέ. Το πιο σημαντικό παράσημό του όμως είναι πως από τη στιγμή που εμφανίστηκε στο προσκήνιο κέρδισε την καθολική αναγνώριση όσων τον είδαν και όταν αναπόφευκτα ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση το φίλαθλο κοινό απάντησε σύσσωμο: