Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας στέψης έλαβε χώρα το βράδυ της 8ης Ιουνίου, καθώς ο Nicola Jokic επιβεβαίωσε τα προγνωστικά που τον ήθελαν αδιαμφισβήτητο φαβορί για το βραβείου του MVP της regular season, συγκεντρώνοντας 91 ψήφους πρώτης θέσης από τις 101 συνολικά διαθέσιμες. Έτσι ο «Joker» έγινε ο τρίτος αθλητής από την Ευρώπη και ο έκτος μη Αμερικανός που κέρδισε το βραβείο του MVP της regular season και ταυτόχρονα ο μοναδικός παίκτης στην ιστορία της λίγκας που αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης όντας επιλογή δεύτερου γύρου στο draft.
Πέρα από τα παραπάνω όμως, η νίκη του Σέρβου center είχε βαθύτερη σημασία τόσο για το οικοδόμημα του NBA όσο και του basketball γενικότερα. Ο Jokic επανάφερε στο προσκήνιο την αξία και την εν δυνάμει επιδραστικότητα του παίκτη ρακέτας, σε μια περίοδο που η κυριαρχία της αγωνιστικής φιλοσοφίας των Golden State Warriors σε συνδυασμό με τον ερχομό των εξειδικευμένων στατιστικών στοιχείων στην αξιολόγηση του παιχνιδιού, έγειραν την πλάστιγγα της βαρύτητας στη δημιουργία και την εκτέλεση σχεδόν αποκλειστικά προς την πλευρά της περιφέρειας.
Οι παραπάνω συνθήκες, έκαναν παίκτες όπως οι Karl-Anthony Towns, Joel Embiid, Anthony Davis και Kristaps Porzingis να απομακρύνονται σταδιακά από το χώρο που παλαιότερα θα επικεντρωνόταν η δράση τους, αναζητώντας πόντους έξω από τη γραμμή του τρίποντου. Παράλληλα, ψηλοί με τα χαρακτηριστικά των Dwight Howard, Roy Hibbert, Jahlil Okafor και Enes Kanter μεταξύ άλλων, που αποτέλεσαν υψηλές επιλογές στο draft και εν δυνάμει θεμέλιους λίθους των franchises που τους επέλεξαν, φάνηκε να έχουν ξεπεραστεί από το άθλημα παίρνοντας ολοένα και πιο βοηθητικούς ρόλους στο roster ή/και χάνοντας ολοκληρωτικά την αξία τους.
Η βράβευση του 26χρονου από το Sombor, έδωσε το έναυσμα στους GotGameXperts για ένα ταξίδι στο παρελθόν και το παρόν της καλύτερης λίγκας του πλανήτη, όπου εξερεύνησαν τη διαδρομή του βραβείου του MVP, επιχείρησαν να αποτιμήσουν ιστορικά τη θέση του Jokic στο πάνθεο των μεγάλων «ψηλών» και ανέλυσαν τη φετινή σεζόν του εις βάθος, για να κατανοήσουν την επιδραστικότητα του τόσο μέσα στην ομάδα του όσο και σε ολόκληρη τη λίγκα.
THE HISTORY OF MVPs PAST
Ανατρέχοντας στην ιστορία του NBA, θα παρατηρήσουμε πως οι παίκτες που αγωνίζονταν στις θέσεις του center και του power forward, γνωστοί και ως «frontcourt», κέρδιζαν σχεδόν αποκλειστικά το βραβείο του MVP στα πρώτα 25 χρόνια θέσπισης του βραβείου.
Από τη σεζόν 1955/56 μέχρι και τη σεζόν 1979/80, οι μοναδικοί περιφερειακοί παίκτες που αναδείχθηκαν πολυτιμότεροι του πρωταθλήματος ήταν οι Bob Cousy (1957) και Oscar Robertson (1964), με τον δεύτερο να τελειώνει τη χρονιά με διψήφιο αριθμό σε μέσους όρους πόντων, rebounds και assists για να καταφέρει να σπάσει το μονοπώλιο των «ψηλών».
Σε αυτή την 25ετία, οι Bill Russell, Wilt Chamberlain και Kareem Abdul-Jabbar αναδείχθηκαν 15 φορές MVPs, με τους δύο πρώτους να έχουν από ένα σερί τριών συνεχόμενων κατακτήσεων. Είναι επίσης χαρακτηριστικό πως στη δεκαετία του 70, οι παίκτες ρακέτας κατέκτησαν όλες τις χρονιές το βραβείο του MVP, πέντε από τις δέκα χρονιές των 70s οι δύο πρώτες επιλογές ήταν centers ή power forwards, ενώ το 1974 δεν υπήρχε ούτε ένας περιφερειακός στους πέντε πρώτους σε ψήφους στο MVP Board.
Ο ερχομός των 80s φέρνει μαζί του δύο κομβικές παραμέτρους που θα παίξουν ιστορικά σημαντικό ρόλο τόσο στην εξέλιξη του αθλήματος, όσο και στην μετατόπιση της σημαντικότητας των παικτών εντός των τεσσάρων γραμμών του γηπέδου. Αρχικά εισάγει το σουτ τριών πόντων στο πρωτάθλημα και κατά δεύτερο συστήνει στο φιλοθεάμον κοινό τους Magic Johnson και Larry Bird, με τους δύο ιστορικούς αντίζηλους να μοιράζονται τα έξι από τα δέκα βραβεία MVP αυτής της περιόδου. Ο μόνος «ψηλός» που κατάφερε να αναδειχθεί πολυτιμότερος παίκτης στη δεκαετία του 80 ήταν ο θρυλικός Moses Malone, o οποίος κυριάρχησε στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου τη διετία 82-83, ενώ και στο Top 5 της ψηφοφορίας για τον πολυτιμότερο παίκτη το «backcourt» κυριαρχεί με 30 παρουσίες έναντι 20 των «ψηλών».
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό δείγμα της μεταστροφής της λίγκας προς τo παιχνίδι εκτός ρακέτας τη συγκεκριμένη περίοδο, ήταν και το γεγονός πως σε τέσσερις εκ των δέκα σεζόν το Top 3 της ψηφοφορίας του MVP απαρτιζόταν από περιφερειακούς παίκτες.
Περνώντας στη δεκαετία του 90 η ισορροπία στου νικητές του βραβείου επανέρχεται, με τους παίκτες του «frontcourt» να έχουν ένα ελαφρύ προβάδισμα με έξι κατακτήσεις απέναντι στον… Michael Jordan, το μοναδικό περιφερειακό που αναδείχθηκε MVP σε αυτή την περίοδο. Παρ’ όλα αυτά η γενικότερη κυριαρχία των παικτών ρακέτας είναι ξεκάθαρη, καθώς στη λίστα των 50 παικτών που απάρτισαν το Top 5 των 90s, 32 θέσεις καταλαμβάνονται από αυτούς και 18 από περιφερειακούς. Επιπρόσθετα, πέντε από τις δέκα χρονιές οι δύο πρώτες θέσεις καταλήφθηκαν από centers ή power forwards και δύο χρονιές (1995 & 2000) το Top 5 της ψηφοφορίας περιλάμβανε μόνο παίκτες που δρούσαν ως επί τω πλείστο εντός ρακέτας.
Η νέα χιλιετία έφερε νέα αλλαγή ισορροπιών στο βραβείο του MVP, με τους περιφερειακούς να παίρνουν έξι από τις δέκα πρωτιές την πρώτη δεκαετία των 00s, ενώ για πρώτη φορά στην ιστορία δεν υπάρχει νικητής από τη θέση του center. Η αλλαγή των κανονισμών της άμυνας, με την απαγόρευση του hand checking στο τέλος της σεζόν 2003/04, αποτέλεσε ακόμα ευνοϊκότερο παράγοντα για την αύξηση της παραγωγικότητας των παικτών περιφέρειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι εκείνη τη σεζόν, οι παίκτες ρακέτας είχαν τρεις κατακτήσεις MVP έναντι μίας του Allen Iverson το 2001, ενώ δύο από τις τέσσερις χρονιές η διεκδίκηση της πρωτιάς ήταν υπόθεση άνω των 2.10 μέτρων.
Με τον ερχομό της αλλαγής, οι «ψηλοί» κέρδισαν μόλις ένα βραβείο πολυτιμότερου παίκτη, ενώ τέσσερις από τις έξι σεζόν οι δύο πρώτες θέσεις καταλήφθηκαν από παίκτες της περιφέρειας.
Η απομάκρυνση του basketball από το παιχνίδι ρακέτας και η ραγδαία υποβάθμιση – αλλαγή του ρόλου των «ψηλών» στο μαγικό κόσμο του NBA, επισημοποιήθηκε τη δεκαετία του 10. Σε αυτό το διάστημα το βραβείο του MVP πηγαίνει μόνο σε παίκτες της περιφέρειας, ενώ από τους 50 παίκτες του Top 5 στις ψηφοφορίες των 10s μόλις έξι θέσεις ανήκουν σε μέλη του «frontcourt». Ο Dwight Howard είναι σε αυτό το διάστημα ο «ψηλός» με την καλύτερη τελική κατάταξη (δεύτερος το 2011), ενώ πέντε από τις δέκα σεζόν και οι πέντε θέσεις του Top 5 καταλαμβάνονται από παίκτες του «backcourt».
Μέσα σε αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα η πρωτιά του Jokic, αλλά και η δεύτερη θέση του Joel Embiid, αποτελεί από μόνη της ένα ιστορικό επίτευγμα, το γεγονός όμως πως ο Σέρβος center έπρεπε να καταγράψει ιστορικές επιδόσεις για να βρεθεί στην κορυφή, παραπέμπει στο αντίστοιχο επίτευγμα του Oscar Robertson στα 50’s και δεν αφήνει πολλά περιθώρια για θεμελιώδη μετατόπιση του βάρους του παιχνιδιού εντός ρακέτας.
«JOKER» BETWEEN THE KINGS
Ο τελευταίος γνήσιος center που αναδείχθηκε MVP της λίγκας ήταν ο Shaquille O’ Neal της σεζόν 99/00, αν και πολλοί fans και αναλυτές του αθλήματος τον θεωρούν ηθικό νικητή το 2004/05 στην πρώτη σεζόν του στους Miami Heat, όταν το βραβείο κατέληξε στα χέρια του Steve Nash. Από εκείνη τη χρονιά και μέχρι φέτος, οι μόνοι παίκτες που αγωνίζονταν κοντά στο παραδοσιακό στυλ του παίκτη ρακέτας και αναδείχθηκαν πολυτιμότεροι της κανονικής περιόδου ήταν ο Tim Duncan τη διετία 02-03, όταν και αγωνιζόταν ως power forward πλάι στον David Robinson, ο Kevin Garnett το 2004 και ο Dirk Nowitzki το 2006.
Ο Nicola Jokic κατέχει εξαίρετη θέση μεσα σε αυτή την εκλεκτή παρέα, καθώς είτε σε απλά στατιστικά είτε σε advanced statistics, οι επιδόσεις του λάμπουν σε ιστορικό επίπεδο. Με μέσους όρους 26.4 πόντων, 10.8 rebounds και 8.3 assists και ποσοστά ευστοχίας 60.6% στα σουτ δύο πόντων, 38.8% στα τρίποντα και 86.8% στις βολές, ο 26χρονος center έγινε ο μοναδικός παίκτης με ύψος πάνω από 2.10 μέτρα που ολοκλήρωσε μια σεζόν με 25+ πόντους, 10+ rebounds και 8+ assists ανά παιχνίδι και ο δεύτερος, μαζί με τον Kevin Durant, που σούταρε με 60%+ στα δίποντα, 35%+ στα τρίποντα και 85%+ στις βολές σε μία χρονιά.

Συγκρίνοντας την φετινή χρονιά βράβευσής του με αυτές των υπόλοιπων «ψηλών» MVPs των τελευταίων 22 ετών, ο Jokic είναι δεύτερος σε πόντους, μακράν πρώτος σε assists, δεύτερος σε κλεψίματα και πρώτος σε ποσοστά ευστοχίας τόσο σε παραδοσιακά στατιστικά όσο και σε advanced, παρά το γεγονός ότι σουτάρει περισσότερα τρίποντα από όλους τους υπόλοιπους παίκτες της λίστας. Ταυτόχρονα, έχει το καλύτερο Player Efficiency Rating (PER) με 31.3, το δεύτερο μεγαλύτερο USG% με 29.6% και είναι τρίτος σε Value Over Replacement και σε Wins Over Replacement (8.6 και 23.2 αντίστοιχα), παίζοντας τα λιγότερα λεπτά από τους ανταγωνιστές του σε αυτή τη λίστα.

Ο μικρότερος χρόνος συμμετοχής εκτοξεύει ακόμα περισσότερο τη στατιστική αξία του όταν η σύγκριση με τους θρύλους του παρελθόντος αναχθεί στα 36 λεπτά συμμετοχής, καθώς ο Σέρβος αναρριχείται στην πρώτη θέση των scorers και φιγουράρει στις δύο πρώτες θέσεις στην πλειοψηφία των στατιστικών κατηγοριών, φτάνοντας τους μέσους όρους του στους 27.5 πόντους, 11.3 rebounds, 8.7 assists και 1.4 κλεψίματα, με 56.7% στα δίποντα και 86% στις βολές.

Μεγάλο ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η σύγκριση της πρώτης εξαετίας του Jokic στη λίγκα, με τις αντίστοιχες περιόδους των O’Neal, Duncan, Garnett και Nowitzki. O διεθνής center έχει αγωνιστεί σε περισσότερα παιχνίδια (453) έχοντας μακράν τα λιγότερα λεπτά συμμετοχής (29.9), έχει 18.5 πόντους με εξαιρετικά ποσοστά ευστοχίας, είναι τρίτος σε rebounds (9.8) και πάλι πρώτος στις assists (6.0), ενώ φιγουράρει και στη δεύτερη θέση των κλεψιμάτων με 1.1. Όσον αφορά στα advanced statistics, ο Jokic είναι δεύτερος σε PER με 26.0 και τρίτος σε USG% με 25.5%, ενώ εκτοξεύεται στη δεύτερη θέση σε Value Over Replacement και Wins Over Replacement (34.0 και 91.8 αντίστοιχα).


Όπως είναι αναμενόμενο από το χρόνος συμμετοχής καριέρας του ως τώρα, η αντιπαραβολή per 36 minutes τον βρίσκει στην πρώτη δυάδα σχεδόν κάθε στατιστικής κατηγορίας, με μέσους όρους καριέρας 22.2 πόντων, 11.8 rebounds, 7.2 assists και 1.4 κλεψιμάτων, με 53.8% ποσοστό ευστοχίας εντός πεδιάς και 83% στις βολές.

Από την ανάγνωση των στατιστικών επιδόσεων του Nicola Jokic, είναι ολοφάνερο πως τόσο σε επίπεδο MVP σεζόν όσο και σε επίπεδο καριέρας, ο Σέρβος star αποτελεί έναν από τους καλύτερους ψηλούς που έχουν αγωνιστεί ποτέ στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου και πως αν συνεχίσει σε ανάλογο ρυθμό, θα αποτελέσει ιστορικό σημείο αναφοράς όχι μόνο σε ιστορικές λίστες ψηλών αλλά και σε λίστες παικτών γενικά για τη λίγκα.
Όση αίσθηση κι αν προκαλούν τα ιστορικά δεδομένα όμως, ακόμα πιο εντυπωσιακές είναι οι φετινές επιδόσεις του συγκρινόμενες με τους υπόλοιπους υποψήφιους για τον τίτλο του MVP, καθώς ο «Joker» στη φετινή regular season έδωσε νέα διάσταση στον όρο αποδοτικότητα, αποτελώντας τον αδιαμφισβήτητο θεμέλιο λίθο για την ομάδα των Denver Nuggets.
A LEAGUE OF HIS OWN
Η λίστα των αθλητών που πήραν πόντους στη φετινή ψηφοφορία για τον πολυτιμότερο παίκτη της λίγκας απαρτίζεται από 15 παίκτες, περιλαμβάνοντας ονόματα όπως του LeBron James, του Γιάννη Αντετοκούμπο, του Kawhi Leonard, του Luca Doncic και του Russell Westbrook. Παρ’ όλα αυτά, τα νούμερα του Jokic τον ξεχωρίζουν ανάμεσα στους προαναφερθέντες superstars και δικαιολογούν απόλυτα τον τίτλο του MVP που κατέκτησε.
Το νούμερο 41 στο draft του 2014 ήταν ο μοναδικός από το MVP Board που αγωνίστηκε σε όλα τα ματς της κανονικής περιόδου, όντας πέμπτος σε λεπτά συμμετοχής, έκτος σε πόντους, τέταρτος σε rebounds και πέμπτος σε assists, σουτάροντας με 64.7% True Shooting και 60.4% eFG Percentage (τρίτος και στις δύο κατηγορίες). Ταυτόχρονα, όντας μόλις έβδομος σε USG% ανάμεσα στους υπόλοιπους παίκτες της λίστας (29.7%), ήταν πρώτος σε PER (31.3), BOX +/- (11.7), Value Over Replacement (8.6) και Win Shares (15.6) σε ολόκληρο το NBA, έχοντας αρκετά μεγάλη διαφορά από την επίδοση του δεύτερου καλύτερου παίκτη.

Όντας ένας παίκτης που αρέσκεται να παίζει με πλάτη στο καλάθι σαν παραδοσιακός center, ο Jokic τερμάτισε δεύτερος στη σεζόν σε post up touches, πόντους και πάσες ανά post up touch (9.3 / 5.6 / 3.7 αντίστοιχα) πίσω μόνο από τον Joel Embiid, έχοντας ταυτόχρονα το καλύτερο ποσοστό ευστοχίας και τις περισσότερες assists από το post (57.7% και 1.1 αντίστοιχα). Ένα ακόμα εντυπωσιακό στοιχείο είναι πως, με βάση την πλατφόρμα Second Spectrum, όταν ο αντίπαλος αντιμετώπιζε με άμυνα ένας εναντίον ενός τον Jokic στο low post οι Nuggets έπαιρναν 1.1 πόντους ανά κατοχή, όταν όμως βρισκόταν αντιμέτωπος με double teams, είτε για να παγιδευτεί είτε για να φύγει η μπάλα από τα χέρια του, η ομάδα του επωφελούνταν με 1.4 πόντους ανά κατοχή. Κοινώς, η βελτίωση και η ποιότητά του φέτος, τον κατέστησαν ένα παίκτη που ήταν σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπιστεί.

Στον τομέα της πάσας, ο «Joker» είναι ξεκάθαρα ένας από τους καλύτερους passers της λίγκας και ένας από τους καλύτερους στην ιστορία ανεξαρτήτως θέσης. Τη φετινή σεζόν ήταν ο παίκτης με τις περισσότερες πάσες συνολικά (5391), έχοντας παράλληλα τα περισσότερα touches και τις περισσότερες πάσες ανά παιχνίδι ανάμεσα στους παίκτες που απαρτίζουν το MVP Board (101 και 74.9 αντίστοιχα).
Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο του passing game του φετινού Jokic όμως ήταν πως, ενώ ήταν ο βασικός δημιουργός και εκτελεστής της ομάδας του, δε έκανε κατάχρηση κατοχής της μπάλας, επιτρέποντας σε όλους τους συμπαίκτες του να συμμετέχουν στην κυκλοφορία της. Κρατώντας τη μπάλα 2.75 δευτερόλεπτα ανά touch, 4.6 δευτερόλεπτα ανά κατοχή της ομάδας του και κάνοντας 1.36 dribbles ανά touch (13ος, 11ος και 13ος αντίστοιχα στο MVP Board), ο Jokic ωθεί τους Nuggets σε μια φιλοσοφία συνεχούς κίνησης, με αυτόν σε ρόλο μαέστρου να εκμεταλλεύεται το ταλέντο του δίνοντας εύκολα καλάθια στους συμπαίκτες του (13.8 Potential Assists – 7ος / 20.7 Assisted Points – 5ος στο MVP Board).

THE LEADER OF A NEW ERA
Όλες οι παραπάνω εντυπωσιακές στατιστικές επιδόσεις του Σέρβου center θα αποτελέσουν σημαντικές αναφορές στα βιβλία της ιστορίας, η σημασία τους όμως είναι πέρα και πάνω από απλά νούμερα και αποτελέσματα πολύπλοκων αλγοριθμικών πράξεων.
Πέρα από το γεγονός πως ο Jokic γίνεται ο τρίτος συνεχόμενος ευρωπαίος που κατακτά το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη, ανεβάζοντας ακόμα περισσότερο τις μετοχές της διδασκαλίας του αθλήματος εκτός Η.Π.Α., το γεγονός πως είναι ένας παίκτης ρακέτας με αυτό το στυλ παιχνιδιού θα εμπνεύσει νεότερους παίκτες να μιμηθούν το παιχνίδι και τη φιλοσοφία του. Όπως ο Dirk Nowitzki έκανε αποδεκτό το σουτ τριών πόντων για ένα παίκτη ρακέτας, το καμάρι του Sοmbor θα δημιουργήσει μια φουρνιά «ψηλών» που θα αρέσκονται να πασάρουν και να δημιουργούν για τους συμπαίκτες τους, βάζοντας ταυτόχρονα τους προπονητές σε διαδικασία να σχεδιάζουν επιθέσεις βασιζόμενες περισσότερο στην κίνηση και το μοίρασμα της μπάλας, παρά στο isolation.
Όσον αφορά στον ίδιο το «Joker», με την προϋπόθεση ότι θα μείνει όσο το δυνατό περισσότερο υγιής, θα συνεχίσει να μαγεύει όσους ασχολούνται με το NBA και το basketball γενικότερα, ταιριάζοντας ιδανικά στην παράφραση της ατάκας του Βρετανού κωμικού Bob Monkhouse που ακούγεται και στην ομώνυμη ταινία του Todd Phillips με πρωταγωνιστή τον Joaquin Phoenix: «Πολλοί γέλαγαν βλέποντας το σουλούπι μου όταν μπήκα στο NBA. No one is laughing now…».
*Όλα τα στατιστικά είναι σύμφωνα με το Basketball-Reference.com και το NBA.com, εκτός αν αναφέρεται κάτι διαφορετικό